BIG BROTHER IS NOT WATCHING YOU


Γράφω για ένα άτομο που δε νομίζω ότι θα μπορέσω ποτέ να πλησιάσω. Ίσως επειδή μου φαινόταν πάντα τόσο ψηλός, τόσο μεγάλος. Ο μεγάλος μου αδερφός. 

Όταν εγώ ήμουν 4-5 ο Κ. ήταν 16-17. Η ηλικία που δε θες κανέναν πάνω απ' το κεφάλι σου. Γι' αυτό του έχω συγχωρέσει που ήταν τόσο απότομος μαζί μου, που δεν προσπάθησε ποτέ να με πλησιάσει. Μόνο εγώ του 'λειπα. Μια μαμά που φώναζε, μια κοπέλα που δεν την είχε όταν τη χρειαζόταν, ο ίδιος του ο εαυτός που δεν άντεχε. 

Τον αγαπάω τον αδερφό μου. Τον αγαπάω έτσι όπως τον θυμάμαι. Μακριά μαλλιά, τζιν, μόνο μαύρα ρούχα, αρβύλες -αποκλειστικά!- και μια άδεια σχεδόν, σχολική τσάντα. Τώρα που είμαι στην ίδια ηλικία που ήταν αυτός τότε, μπορώ να τον καταλάβω. Και θέλω να με καταλάβει κι αυτός. Μου έχει πει πως δε χρειάζεται. Ξέρει. Γιατί τα 'χει περάσει. Έχει αλλάξει τόσο πολύ. Τότε μπορεί να τσακωνόταν με τη μάνα μου, μπορεί να μου φώναζε, αλλά νομίζω πως χαμογελούσε. Κι αν όχι, έβλεπα τουλάχιστον ότι ζούσε. Σήμερα όμως κάθεται τελείως απαθής. Δε χαμογελά, δε νιώθει, δε σκέφτεται, δε ζει...

Πολλές φορές εύχομαι να γύριζα τον χρόνο πίσω. Να ξυπνούσα ένα απόγευμα και να τον έβλεπα ξανά έτσι όπως ακριβώς θέλω να τον θυμάμαι. Να ετοιμαζόταν να βγει κι εγώ να προσπαθώ να του σπάσω τα νεύρα με τη ζήλια μου και την παράκληση να με πάρει μαζί του. Όχι τόσο για να με πάρει στ' αλήθεια, όσο για να μου δώσει σημασία, να με ακούσει. 

 

Στέλλα, Γ' Γυμνασίου


10.12.2006 Τεύχος #8